Διάλογος σημαίνει ότι κάθε
πλευρά εκθέτει τα επιχειρήματά της και η μια πείθει την άλλη ή και οι δύο
πλευρές, πάντα καλόπιστα και με αμοιβαίες υποχωρήσεις προσπαθούν να συναντηθούν
κάπου στη μέση. Δυστυχώς στην Ελλάδα μας ο διάλογος έχει καταντήσει να σημαίνει
δύο μονολόγους μεταξύ κωφών. Μάλιστα προτού αρχίσει ο διάλογος κατά κανόνα δηλώνουν η μία
ή καμια φορά και οι δύο πλευρές ότι αυτά που ζητούν ή δέχονται είναι
αδιαπραγμάτευτα. Οπότε είναι φυσικό να μην υπάρχει περιθώριο αμοιβαίων
υποχωρήσεων και επομένως συνεννοήσεως.
Το πιο απαράδεκτο και
επικίνδυνο είναι όταν η οποιαδήποτε κυβέρνηση για να ηρεμήσει κάποια
διαμαρτυρώμενη τάξη διεξάγει διάλογο. Δηλαδή ακούει τα διάφορα αδιαπραγμάτευτα
αιτήματα των όποιων τάξεων την πιέζουν, υπόσχεται κάποιες ρυθμίσεις και
χρονοδιαγράμματα εφαρμογής και μετα΄πετάει σε κάποιο συρτάρι αυτά που έχει
συμφωνήσει και που συνήθως είναι μη πραγματοποιήσιμα ή ασύμφορα για τον τόπο,
ελπίζοντας ότι οι αιτούντες θα ξεχάσουν τις υποσχέσεις της. Φυσικά οι
τελευταίοι δεν ξεχνούν και μόλις συμπληρώνονται οι προθεσμίες και δεν έχει
γίνει τίποτα εξαγριωμένοι επανέρχονται στη χρησιμοποίηση των βίαιων
κινητοποιήσεων. Δυστυχώς οι κυβερνώντες επικαλούνται οικονομική αδυναμία,
πράγμα που αποδεικνύει ότι προηγουμένως κατά τον προηγηθέντα διάλογο είχαν
υποσχεθεί ανεφάρμοστα πράγματα. Έτσι οι πολιτικοί μας έχουν μάθει τον ελληνικό
λαό να συμπεριφέρεται σαν ένα πεισματάρικο και απαιτητικό παιδί, ενώ το ταμείο
της οικογένειας είναι άδειο, και δεν τολμούν να του πουν την σκληρή αλήθεια. Δηλαδή ότι και η
προηγούμενη γενναιοδωρία γινόταν από άδεια ταμεία και με δανεικά και κατά
συνέπεια κακώς γίνονταν οι παροχές και ότι με την άσωτη πολιτική του
παρελθόντος έχει υπερ-χρεωθεί η Ελλάδα μας.
Είναι σημαντικό να
επισημάνουμε ότι κάποιες φορές οι κυβερνήσεις εμφανίζονται ταυτόχρονα γενναιόδωρες προς
προκλητικά ευνοούμενες κατηγορίες της κοινωνίας (όπως π.χ. οι φοροφυγάδες, οι λαθρέμποροι, οι
καταχραστές δημοσίου χρήματος, οι μη εξοφλούντες τα χρέη, οι συντεχνίες των κρατικών μονοπωλίων, οι ποδοσφαιρικές εταιρείες,
κοκ.) Οπότε οι συνταξιούχοι, οι στρατιωτικοί, οι εκπαιδευτικοί κα. όποτε τους
λένε ότι δεν υπάρχουν χρήματα αποστομώνουν τους κυβερνώντες με το εύλογο: τότε
που βρήκατε τα χρήματα να τα χαρίσετε σε αυτούς που και άφθονα έχουν και απατεώνες και
παρανομούντες είναι;
Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα
από το να χάσεις την αξιοπιστία σου και να μην σε πιστεύει κανένας, γιατί και
δίκιο βουνό να έχεις δεν μπορείς πια να πείσεις κανένα. Δυστυχώς η αναξιοπιστία
των πολιτικών μας καθιστά πια προβληματική την πορεία της Ελλάδας προς ένα
καλύτερο αύριο. Χρειαζόμαστε νέους και υγιείς πολιτικούς.
Georgios Ardavanis – 11/05/2024